by Αντρέι Κοτσεργκίν
Το UNBREAKABLE , του σκηνοθέτη M.N.Shyamalan, μπορεί στις αρχές των 00s να λειτούργησε ως ένας ‘Άφθαρτος’ φόρος τιμής στα comics με τα οποία γαλουχηθήκαμε όμως πραγματικά αμφιβάλω αν θα είχε την ίδια αξία και απήχηση αν έβγαινε στις αίθουσες την σήμερον ημέρα και μέσα σε μια εποχή όπου ο κινηματογράφος κατακλύζεται από ταινίες που είναι βασισμένες επάνω σε αυτά τα comics.
Πιθανότατα το φιλμ του Shymalan θα είχε εξυμνηθεί από τους κριτικούς ως μια ‘φρέσκια και καινοτόμα πνοή μέσα σε ένα είδος που οι περισσότερες ταινίες του φαντάζουν αισθητικά και θεματολογικά ίδιες μεταξύ τους...’. Διάολε εδώ το , απλά ευχάριστα ‘σκοτεινό‘, Superhero / Horror φιλμ με τίτλο BRIGHTBURN κατέληξε να χαρακτηρίζεται κάπως έτσι επειδή επέλεξε να ‘πετάξει’ προς μια διαφορετική, όχι όμως και καινοτόμα ή πρωτόγνωρη κατεύθυνση…
Όμως πραγματικά είμαι πεπεισμένος ότι αν ο ‘Άφθαρτος‘ είχε κάνει την εμφάνιση του σήμερα στις οθόνες μας πολύ δύσκολα θα σημείωνε την ίδια επιτυχία με εκείνη που είχε στα 00s. Αδυνατώ να πιστέψω ότι η πλειοψηφία των οπαδών του Superhero κινηματογράφου θα έτρεχε στις αίθουσες ώστε να παρακολουθήσει ένα ‘comic φιλμ‘ που όχι μονάχα δεν φέρει επάνω του τα εμβλήματα των DC και MARVEL αλλά που να πάρει η οργή ΔΕΝ στηρίζεται καν επάνω σε κάποιο άλλο comic…
Και όμως μέχρι και σήμερα το φιλμ αυτό αποτελεί υπόδειγμα σχετικά με το πως να αποδώσεις μια comic ιστορία στην κινηματογραφική οθόνη με ρεαλισμό, δυναμική αλλά και ουσία ενώ ταυτόχρονα θα εξυμνείς και την χάρτινη κληρονομία των ιστοριών από την οποία αντλεί την έμπνευση του.
Στην εποχή του το UNBREAKABLE παρά την θεματολογία του προωθήθηκε από το στούντιο όχι ως ένα ‘Superhero / Comic φιλμ’ αλλά σαν ένα ακόμη μεταφυσικό θρίλερ του σκηνοθέτη M.N.Shyamalan.
Και αυτή η κίνηση ήταν απόλυτα λογική.
Μπορεί εκείνο το πρώτο, αιματηρό και γαμάτο BLADE φιλμ να μας είχε δείξει δυο ολόκληρα χρόνια πριν ότι οι ‘σούπερ ήρωες’ μπορούσαν να φέρουν μπόλικο χρήμα στην βιομηχανία του Hollywood, ακόμη και όταν δεν είχαν τις λέξεις BATMAN και SUPERMAN χαραγμένες επάνω στους τίτλους τους, και παράλληλα να προσφέρουν στο κοινό περισσότερα πραγματάκια από μια ανέμελη ψυχαγωγία όμως μέχρι να κάνει την εμφάνιση της εκείνη η , ανατρεπτική, ‘πρώτη φουρνιά’ των X-MEN του Singer η αντίληψη που είχαν τόσο οι παραγωγοί όσο και οι ίδιοι οι θεατές για το συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος σε καμία περίπτωση δεν θυμίζει αυτή του σήμερα.
Κάποτε ο Quentin Tarantino είχε δηλώσει ότι το UNBREAKABLE έπρεπε να είχε πλασαριστεί στο κοινό ως ένα WHAT IF ?! φιλμ που θα μας έβαζε να αναρωτηθούμε ‘τι θα συνέβαινε αν ο Superman βρισκόταν στην Γη όμως δεν ήξερε ότι ήταν ο Superman ?’. Και ναι αυτή η περιγραφή ταιριάζει σαφώς πιο ιδανικά στο φιλμ του Shyamalan όμως αδυνατώ να πιστέψω ότι θα λειτουργούσε αποτελεσματικά για την προώθηση του.
Οι παραγωγοί καλώς πλάσαραν τον ‘Άφθαρτο‘ σαν μια ταινία που θα κινούνταν επάνω στην αισθητική της προηγούμενης ταινίας του σκηνοθέτη του, την διαβόητη πλέον ‘Έκτη Αίσθηση’. Με το The Sixth Sense ο Shyamalan εκτόξευσε την καριέρα του, τίναξε στον αέρα το Box Office, ανατρίχιασε και συγκλόνισε το , ανυποψίαστο τότε, κοινό του αλλά και την Ακαδημία που τον πρότεινε για έξι Όσκαρ.
Και όμως να πω την αμαρτία μου θεωρώ το UNBREAKABLE μια σαφώς ανώτερη, σε όλους τους τομείς, ταινία από την Έκτη Αίσθηση που βλέποντας την σήμερα μπορεί να την απολαμβάνω στο έπακρο όμως πέραν της ατάκας ‘I see Dead People’ και του ανατρεπτικού , και θρυλικού πλέον, Plot Twist στο φινάλε δεν μου δίνει και πολλά πράγματα ώστε να ενθουσιαστώ ή να προβληματιστώ γύρω από αυτά.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορώ να ισχυριστώ το ίδιο και για τον ‘Άφθαρτο’ καθώς αυτή η ριμάδα η ταινία κάθε φορά που την ξαναβλέπω μου δίνει ολοένα και περισσότερη τροφή για σκέψη κάτι που έχει ως συνέπεια την την εκτιμώ και να την αγαπώ περισσότερο.
Ακριβώς όπως κάνουν και ορισμένα από τα αγαπημένα μου comics…
Στο UNBREAKABLE o Shyamalan παίρνει τις διδαχές των WATCHMEN του Alan Moore και μας δείχνει τι θα συνέβαινε αν οι ‘σούπερ ήρωες’ ζούσαν και δρούσαν μέσα σε έναν ‘αληθινό κόσμο’.
Ο σκηνοθέτης επιστρατεύει τις αντιθέσεις ώστε να ‘μπασταρδέψει‘ την ωμή και πεζή πραγματικότητα μας με εκείνη την εξωφρενική και συναρπαστική των comics. Σε πολλές σκηνές τα πλάνα του θυμίζουν πάνελ από comics όμως στις πιο προσωπικές στιγμές των ηρώων του επιστρατεύει μακρόσυρτα μονοπλάνα που σε κάνουν να νιώθεις ότι όλα διαδραματίζονται μέσα στην δική μας καθημερινότητα. Ο Shyamalan δίνει στους χαρακτήρες του τις ‘στολές‘ που παραδοσιακά πρέπει να έχουν οι Superheroes όμως το πράττει με έναν απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο. Το αδιάβροχο του σεκιουριτά – ήρωα David Dunn ‘εξελίσσεται‘ σε ‘κάπα‘ ή ‘μανδύα΄ενώ ντύνει τον Villain του Elijah Price με μοβ αποχρώσεις ενώ παράλληλα του δίνει ένα γυάλινο μπαστούνι και τον βαφτίζει ως ‘Mister Glass’.
Όμως οι υπέροχες αντιθέσεις ανάμεσα στα comics και την αληθινή ζωή γίνονται ευδιάκριτες σε όλο τους το μεγαλείο μέσα από τους δυο πρωταγωνιστές της ιστορίας του Shyamalan…
Από την μια πλευρά έχουμε τον ‘Άφθαρτο‘ ήρωα David Dunn του Bruce Willis. Ο άντρας αυτός κουβαλά μέσα του την ανάγκη να κάνει το καλό κάτι που μας γίνεται ξεκάθαρο τόσο από το επάγγελμα του σεκιουριτά που επιλέγει να ασκήσει όσο και από την αποκάλυψη ότι στο παρελθόν θυσίασε μια τόσο υποσχόμενη καριέρα στον αθλητισμό ώστε να παραμείνει στο πλευρό της οικογένειας του. Και όμως η πρώτη μας γνωριμία με αυτόν τον ‘ήρωα‘ μονάχα ως ηρωική δεν μπορεί να χαρακτηριστεί…
Στην εναρκτήρια σεκάνς της ταινίας παρατηρούμε τον David να κάθεται στο βαγόνι ενός τρένου και να παλεύει να βγάλει την βέρα του ώστε να την πέσει χύμα σε μια όμορφη συνεπιβάτισσα… Εκείνη την στιγμή μονάχα σαν ‘ήρωας‘ δεν φαντάζει στα μάτια μας. Και όμως αυτή του η , απόλυτα θνητή, αδυναμία όχι μόνο τσοντάρει στο να αναδείξει την αίσθηση του ρεαλισμού γύρω από τον χαρακτήρα του αλλά παράλληλα μας δείχνει ακριβώς το τι είναι ο David Dunn σε αυτόν τον κόσμο :
Ένας ήρωας που δεν γνωρίζει ότι είναι ήρωας και κατά συνέπεια δεν έχει κανέναν σκοπό στην ζωή του.
O Dunn αγνοώντας το κάλεσμα της αληθινής του φύσης καταλήγει να βυθιστεί στην μιζέρια της θνητής του.
Στον αντίποδα ο Elija Price του Samuel Jackson εξαρχής μας παρουσιάζεται απόλυτα συνειδητοποιημένος σχετικά με την ταυτότητα του και τον σκοπό του. Ο άντρας αυτός από παιδί επέλεξε να ορίσει έναν σκοπό για την ύπαρξη του στον κόσμο μας , έναν σκοπό που τον βρήκε κατευθείαν μέσα από τις σελίδες των comics που του αγόραζε η μητέρα του επάνω στην προσπάθεια της να του δώσει κουράγιο ώστε να βγει εκεί έξω στον ‘αληθινό κόσμο‘…
O Elijah Price από μικρός μαστίζεται από μια ασθένεια γνωστή ως ατελής οστεογένεση η οποία καθιστά τον σκελετό του εξαιρετικά εύθραυστο και επιρρεπή σε κατάγματα. Η σπάνια αυτή νόσος μπορεί να μοιάζει βγαλμένη από σενάριο επιστημονικής φαντασίας όμως είναι απόλυτα αληθινή. Ακριβώς έτσι μοιάζει και το UNBREAKABLE του Shyamalan που αντλεί την έμπνευση του από την μυθολογία ενός χάρτινου σύμπαντος όμως την μεταφέρει με εξαιρετικό ρεαλισμό στην δική μας καθημερινότητα.
O νεαρός Elijah αρχικά βρίσκει καταφύγιο στις σελίδες των comics όμως μεγαλώνοντας νιώθει ολοένα και περισσότερο την ανάγκη να βρει την θέση του και σε έναν κόσμο που βρίσκεται έξω από αυτές. Και κάπως έτσι βαφτίζει τον εαυτό του Mr. Glass και ξεκινά να αναζητεί το αντίθετο του, δηλαδή τον άνθρωπο που θα τον βοηθήσει να εκπληρώσει αυτόν τον σκοπό που έχει ορίσει για την ύπαρξη του.
Η εύρεση αυτού του ατόμου θα γίνει μέσω αποτρόπαιων εγκληματικών πράξεων όμως αυτές φαντάζουν απόλυτα ταιριαστές για την μυθολογία που στήνει εδώ ο σκηνοθέτης. Ανέκαθεν στα comics ο Villain ήταν ο βασικός υπεύθυνος για την δημιουργία του ήρωα και αυτό ακριβώς συμβαίνει και εδώ.
Ο Elijah Price δίνει στον ήρωα David Dunn ένα ‘Origin‘ και έναν σκοπό και με την σειρά του αποκτά και εκείνος την δυνατότητα να κάνει πράξη το ‘πεπρωμένο‘ του.
Οι ερμηνείες των Willis και Jackson εδώ είναι απλά συγκλονιστικές και αποτελούν αν όχι τις ‘καλύτερες‘ σίγουρα τις πιο ουσιώδεις της καριέρας τους. Ο θλιμμένος και νωχελικός Willis εδώ ενσαρκώνει άψογα έναν άντρα που διακατέχεται από κώδικες τιμής , ηθικής και δικαιοσύνης που όμως ‘πνίγεται‘ από την απουσία ενός σκοπού αλλά και από την έλλειψη ταυτότητας. Από την άλλη ο Samuel Jackson είναι απλά καταιγιστικός στον ρόλο ενός ανθρώπου που πασχίζει να εκπληρώσει τον ρόλο που ο ίδιος έχει ορίσει για την ‘εύθραυστη‘ ύπαρξη του.
Όμως η ευφυΐα που χαρακτήριζε τότε τον Shyamalan ως σκηνοθέτη και σεναριογράφο μας γίνεται ακόμη πιο ξεκάθαρη όταν ο David Dunn , έχοντας αποδεχτεί τον ρόλο του ήρωα, αποφασίζει να βγει έξω στους βροχερούς δρόμους της πόλης του και να παλέψει ώστε να εκπληρώσει το πεπρωμένο του…
Επιστρατεύοντας την υπερφυσική ‘έκτη αίσθηση’ του ο ήρωας ανακαλύπτει τον πρώτο του μοχθηρό αντίπαλο και ξεκινά να μάχεται μαζί του. Εδώ γινόμαστε μάρτυρες της πιο αντι-Superhero πάλης της κινηματογραφικής ιστορίας όμως και πάλι η αγωνία και η αδρεναλίνη σου εκτοξεύονται στα ύψη καθώς παρακολουθείς αυτούς τους δυο ‘θνητούς‘ να παλεύουν μεταξύ τους με έναν απόλυτα ανορθόδοξο αλλά και άκρως ρεαλιστικό τρόπο.
Εδώ ο ‘σούπερ ήρωας’ μας δεν εκτοξεύει θερμικές ακτίνες από τα μάτια, δεν έχει στην διάθεση του κάποια ζώνη γεμάτη όπλα ενώ που να πάρει η οργή κινδυνεύει να πνιγεί μέσα σε μια γαμημένη πισίνα…
Και όμως ο Shyamalan έχει κάνει από πριν τόσο στιβαρή δουλειά στο να στήσει το γήινο σύμπαν και τους θνητούς ήρωες του που απλά δεν γίνεται να μείνεις ανεπηρέαστος στην θέα όλων όσων βλέπεις. Η επική αλλά και θλιμμένη μουσική του James Newton Howard τσοντάρει τα μέγιστα ώστε να κατακλυστείς από αγωνία, ενθουσιασμό αλλά και συγκίνηση.
Στο φινάλε βλέποντας τον David Dunn να αποδέχεται την μυθολογία των comics και να γίνεται ένα ζωντανό κομμάτι της θα νιώσεις ακριβώς όπως ένιωσε ο γιος του όταν το επόμενο πρωί βρήκε στο τραπέζι της κουζίνας εκείνο το πρωτοσέλιδο μιας εφημερίδας…
Λόγο της φύσης της comic θεματολογίας του το UNBREAKABLE είναι μια από εκείνες τις ελάχιστες ταινίες που ‘σηκώνουν‘ την προοπτική ενός sequel. Όπως είχε πει κάποτε ο νωχελικός Dr. Manhattan στους WATCMEN του Alan Moore :
‘Nothing Really Ends.’
Και αυτή η ρήση χαρακτηρίζει απόλυτα τόσο την βιομηχανία των comics όσο και εκείνη του κινηματογράφου.
Πραγματικά είναι ατελείωτα τα παραδείγματα των δημιουργών που επέλεξαν να ‘συνεχίσουν‘ αυθεντικές και αγαπητές ιστορίες έχοντας ως στόχο να τις ‘εμπλουτίσουν‘ ή απλά να επωφεληθούν από αυτές οικονομικά. Στα comics και τις ταινίες τίποτε ‘δεν τελειώνει’ πραγματικά ποτέ. ‘Νεκροί‘ χαρακτήρες ανασταίνονται και ‘τελειωμένα‘ arcs επιστρέφουν ώστε να συνεχιστούν επ’απείρον στα πλαίσια του κέρδους αλλά και της δικής μας ψυχαγωγίας καθώς μέσα μας αδυνατούμε να αφήσουμε κάποια πράγματα απλά να τελειώσουν.
Από αυτό το ‘σύνδρομο‘ της συνέχειας φυσικά δεν μπόρεσε να γλιτώσει και ο ίδιος ο δημιουργός του UNBREAKABLE που φέτος μας έδωσε μια συνέχεια του ‘Άφθαρτου‘. Το GLASS μπορεί κάποιους να τους ικανοποίησε σαν ένα sequel και άλλους να τους απογοήτευσε παταγωδώς όμως τουλάχιστον η ύπαρξη του φαντάζει φυσική και δικαιολογημένη.
Για μένα το μόνο κρίμα είναι ότι σε αυτό το ‘δεύτερο τεύχος’ o M.N.Shyamalan επέλεξε να διαστρεβλώσει την τόσο μοναδική και καινοτόμα ‘Superhero’ μυθολογία του σε κάτι που θυμίζει απλά μια ακόμη Superhero ταινία, σαν και αυτές που απολαμβάνουμε με το κιλό στον κινηματογράφο του σήμερα. Στο φινάλε ο ‘ Άφθαρτος’ David Dunn λύγισε μπροστά στις απαιτήσεις και τις προσδοκίες της σύγχρονης εποχής αντί να υπερασπιστεί ακλόνητος την δική του αισθητική και μυθολογία.