by Αντρέι Κοτσεργκίν
‘ Το να βλέπεις τον George Lazenby να ‘μπαίνει’ μες το κουστούμι του Sean Connery είναι λες και είσαι πιτσιρικάς και μόλις είδες τον ‘ατσαλάκωτο ήρωα’ πατέρα σου να κλαίει ακριβώς μπροστά στα μάτια σου.’…
Τα παραπάνω λόγια είναι μακράν η καλύτερη περιγραφή που έχω διαβάσει όσον αφορά την υπόθεση της διαδοχής του τίτλου του 007 που το 1969 μεταπήδησε από τον εμβληματικό και καθολικά αγαπητό Sean Conney σε έναν παντελώς άγνωστο τύπο ονόματι George Lazenby.
Και ναι μπορεί το να βλέπεις μικρός τον πατέρα σου να κλαίει να σου φάνταζε τότε ως το ύψιστο πλήγμα, ένας σκληρός κλονισμένος της ‘τέλειας‘ εικόνας που είχες για εκείνον. Όμως μονάχα αφού μεγαλώσεις αρχίζεις να κατανοείς ότι αυτή η στιγμή ‘αδυναμίας‘ μονάχα ως ‘αδυναμία‘ δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται. Στο τέλος αυτή η στιγμή είναι ένα ακόμη σημαντικό και πανέμορφο κομμάτι που συμπληρώνει ιδανικά την εικόνα που είχες για τον πατέρα σου και την κάνει να φαντάζει όχι μόνο μεγαλύτερη και πιο ολοκληρωμένη αλλά σαφώς πιο σύνθετη και σπουδαία.
Ακριβώς με αυτόν τον τρόπο λειτουργεί και για μένα το On Her Majesty’s Secret Service απέναντι στην φιλμογραφία αλλά και την μυθολογία του κατασκόπου που γνωρίσαμε και τόσο παθολογικά λατρέψαμε ως James Bond…
Ύστερα από την Γιαπωνέζικη εξτραβαγκάντζα του , υπέροχου με τον τρόπο του, You Only Live Twice o Sean Connery πήρε την απόφαση να παραδώσει την ‘άδεια να σκοτώνει’ πίσω στους Fleming και Broccoli.
O Connery ένιωθε κορεσμένος και κουρασμένος από τον ρόλο του James Bond αλλά και την απαιτητική διαδικασία της προώθησης της εκάστοτε ταινίας του και αποφάσισε να ψαχτεί περαιτέρω με την τέχνη του και τις επιλογές του γύρω από αυτή. Προς τιμήν του ο ηθοποιός δεν ήθελε να ταυτιστεί για πάντα με τον τίτλο του 007 και έτσι ο παραγωγός – Θρύλος Albert R.Brocolli , σε συνεργασία με τον σκηνοθέτη Peter Hunt αποφάσισαν να δώσουν το εμβληματικό Walther PPK περίστροφο στον George Lazenby .Έναν γεροδεμένο μορφονιό που εκείνη την εποχή έκανε καριέρα ως …μοντέλο και που ο Brocolli τον πρόσεξε για πρώτη φορά όταν εκείνος είχε πάει να κουρευτεί στον μπαρμπέρη του !
Το On Her Majesty’s… δεν αποτέλεσε το ‘ξεπαρθένιασμα‘ μονάχα του πρωταγωνιστή του μιας και εδώ έχουμε και την πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του Peter Hunt που στο παρελθόν είχε εργαστεί ως επιμελητής και στα πέντε Bond Films που προηγήθηκαν τούτου. Αντίθετα όμως με τον Lazenby , του οποίου η ενσάρκωση που έκανε στον 007 εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να διχάζει, ο Hunt αποδείχτηκε ένας σαφώς πιο αγαπητός ‘πράκτορας‘…
‘ Ήθελα να δημιουργήσω ένα Bond φιλμ που θα ήταν εντελώς διαφορετικό από τα υπόλοιπα. Ήταν το δικό μου φιλμ και κανενός άλλου…’.
Αυτή ήταν τότε η δήλωση του σκηνοθέτη όσον αφορά το πόνημα του και που να πάρει η οργή ακριβώς αυτό και έπραξε μιας και το On Her Majesty’s είναι ένα από τα πιο όμορφα, επικίνδυνα αλλά και ‘γιομάτα’ κεφάλαια της αστείρευτης κινηματογραφικής κληρονομιάς του 007 !
H δουλεία που κάνει στο κομμάτι της εικόνας ο Hunt είναι απλά άρτια.
Ο σκηνοθέτης αντλεί έμπνευση από τον αγαπημένο του κινηματογράφο δεκαετιών όπως ήταν τα 50s , μας δίνει πλάνα από την θάλασσα και τα χιονισμένα βουνά των Άλπεων που φαντάζουν ρομαντικά, επιβλητικά αλλά και απειλητικά ταυτόχρονα. Διάολε υπάρχουν μάλιστα και ορισμένες πινελιές εδώ που θα μπορούσαν , πολύ επιδερμικά, να χαρακτηριστούν μέχρι και ‘Arthouse‘ !
Η βάση του Villain Ernst Stavro Blofeld επάνω στις κορυφές των Ελβετικών Άλπεων φαντάζει ως το απόλυτο άντρο μοχθηρίας και κακών προθέσεων όμως παράλληλα βγάζει στον φακό και μια αρχέγονη ομορφιά. Από την άλλη εδώ ο σκηνοθέτης μας δίνει και ορισμένες από τις πιο σταράτες και ρεαλιστικές σκηνές μάχης, πιστολιδιού , καταδιώξεων με αυτοκίνητα αλλά και με… έλκηθρα που έχουμε δει ποτέ μας σε μια Bond ταινία. Ειδικά η σεκάνς όπου ο Bond το σκάει από το κελί μέσα στο οποίο τον έχει ρίξει ο Κακός και ξεκινά να αναρριχάται επάνω σε καλώδια και τελεφερίκ, ενώ από κάτω τον παραμονεύει μια κατάλευκη ‘Άβυσσος‘ , μέχρι και σήμερα κατορθώνει να εκτοξεύσει την αδρεναλίνη σου στο κόκκινο !
Σε αυτή την αίσθηση αγωνίας τσοντάρει τα μέγιστα και το σπουδαίο soundtrack του John Barry, και το οποίο άνετα είναι από τα κορυφαία ολόκληρης της σειράς.
Εδώ το περίφημο τραγούδι της εισαγωγής απουσιάζει καθώς αντί για λόγια ακούμε μονάχα τους ήχους μιας υπέροχης μελωδίας που σε βάζει κατευθείαν μέσα στο όλο κλίμα…
Πάντως η παντελής έλλειψη στίχων από την μουσική οφείλεται σε ένα εξαιρετικά απλό και κατανοητό λόγο :
Άντε να γράψεις τραγούδι που να έχει μέσα τον στίχο On Her Majesty’s Secret Service και να μην ακουστείς οπερετικός ή παντελώς γελοίος…
Όμως οι πειραματισμοί που υπήρξαν στην εισαγωγή της ταινίας συναντώνται και σε πολλές άλλες εκφάνσεις της. Ο Hunt εδώ επέλεξε να μειώσει κατακόρυφα την φιλμ νουάρ αισθητική την γραφικότητα και το camp των προηγούμενων Bond fims ενώ αύξησε την ‘ένταση‘ όσον αφορά το κατασκοπικό στοιχείο, το ρομάντζο αλλά και στον τρόπο που γράφονταν και αποδίδονταν οι διάλογοι των χαρακτήρων του. Εδώ τα λόγια του Bond σε κάποιες περιπτώσεις εκπνέουν σχεδόν μια θεατρικότητα και προσδίδουν στρώσεις ρομαντισμού, τραγικότητας αλλά πάνω απ’όλα ‘θνητότητας‘ επάνω στον άντρα που τα ξεστομίζει. Στην αληθινή ζωή η κατασκοπία περισσότερο επικεντρώνονταν στα ψέματα και την εξαπάτηση και όχι στην δράση και εδώ έχουμε ακριβώς μια τέτοια ‘πραγματικότητα‘.
Γδύνοντας τον 007 από τα περίφημα και υπερβολικά γκάτζετ του Q ο σκηνοθέτης μας παρέδωσε μια πιο ρεαλιστική ιστορία κατασκοπίας στην οποία ο ήρωας – κατάσκοπος πρέπει να νικήσει τον εχθρό του όχι με κάποιο ρολόι – λέιζερ ή με κάνα ταχύπλοο/ τανκ αλλά συνδυάζοντας τα μπράτσα του με την ευστροφία του. Εδώ ο Bond του Lazenby αναγκάζεται να μεταμφιεστεί σε μια άλλη περσόνα ώστε να εισχωρήσει στο άντρο του αντιπάλου του, όχι βάζοντας κάποιο γραφικό και γελοίο make-up που θα τον κάνει να φαντάζει με ‘Γιαπωνέζο‘ , αλλά φορώντας ένα κιλτ και παίζοντας έναν άλλο ρόλο μέσα στον ρόλο. Εξαίρετη δουλεία έχει γίνει και στα σκηνικά που εδώ είναι πραγματικά κτίρια και τοποθεσίες και δεν μοιάζουν με χάρτινες και ετοιμόρροπες κατασκευές.
Τα μοναδικά ‘γκάτζετ‘ που βλέπουμε να χρησιμοποιεί εδώ ο 007 είναι ένας μια χοντροκομμένη συσκευή παραβίασης χρηματοκιβωτίων , που ταυτόχρονα λειτουργεί και ως … σκάνερ, αλλά και ένα περιοδικό …Playboy !
Και να που φτάνουμε στο μεγαλύτερο ‘αγκάθι’ αυτού του φιλμ…
Από την εισαγωγή μέχρι και το φινάλε της δεύτερης πράξης του οι σεναριογράφοι του On Her Majesty’s… φαίνεται να έχουν λάβει την εντολή να μας βροντοφωνάζουν συνεχώς ότι :
‘ΝΑΙ, ΝΑΙ ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΑΚΟΜΗ BOND ΦΙΛΜ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΚΟΠΟΥ ΠΟΥ ΓΝΩΡΙΣΑΜΕ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗΣΑΜΕ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΕΣ ΤΑΙΝΙΕΣ ΤΟΥ ! ‘
Το μοντάζ από τα προηγούμενα ‘Greatest Hits’ του ήρωα στο intro , η απεικόνιση που του κάνουν εδώ ως έναν άντρα που μπορεί να κάνει τα πάντα, μιας και εδώ ο Bond είναι ο απόλυτος εξπέρ του τζόγου, των ποτών αλλά και της…εντομολογίας, και η παρουσία γνώριμων χαρακτήρων της MI6 όπως είναι οι Q, M και η στωική γραμματέας Moneypenny όλα τους επιστρατεύονται ώστε να μας δώσουν την αίσθηση μιας ‘συνέχειας‘.
Όμως το On Her Majesty’s… σε καμία περίπτωση δεν ήταν μια ‘συνέχεια‘ των προηγούμενων ταινιών όσον αφορά το ύφος και την αισθητική. Εδώ έχουμε ένα Bond φιλμ το οποίο είναι πιο πιστό από ποτέ στο ύφος των νουβελών του Ian Fleming. Παράλληλα έχουμε και την απόλυτη αποκαθήλωση του macho James Bond που κινούνταν συνεχώς σε νουάρ ρυθμούς , σκότωνε τα πάντα και δίχως σκέψη υπό τις εντολές των ανωτέρων του και που έβλεπε τις γυναίκες μονάχα ως ένα μέσο για να φτάσει απέναντι στους στόχους του μια ώρα αρχύτερα…
Στο On Her Majesty’s… ο James Bond από ένα πειθήνιο και cool ‘όργανο‘ εξελίσσεται σε έναν ‘θνητό‘ που παρά τις φοβερές ικανότητες και την αστείρευτη γοητεία του μπορεί παράλληλα να πονέσει και να πληγωθεί με διάφορους τρόπους.
Φυσικά η πιο τρανταχτή και επίπονη ‘πληγή’ μας έρχεται στο φινάλε…
Το παράδοξο της υπόθεσης είναι ότι σε κάποια σημεία μέχρι και οι ίδιοι οι σεναριογράφοι αναγνωρίζουν αυτή την νέα πραγματικότητα όμως επειδή κωλώνουν να την παραδεχτούν δημοσίως , μπας και ζημιώσουν έτσι την ατσαλάκωτη εικόνα που είχαν οι θεατές τους τότε για τον Bond, επιλέγουν να σπάσουν τον τέταρτο τοίχο και να αυτοσαρκαστούν γύρω από το ‘αδιέξοδο‘ στο οποίο έχουν περιέλθει…
Αυτή η αδυναμία των σεναριογράφων αλλά και του σκηνοθέτη να αποφασίσουν σχετικά με το αν θα προχωρήσουν προς μια τολμηρή και καινοτόμα κατεύθυνση ή αν απλά θα συνεχίσουν να χαράζουν την ίδια, γνώριμη πορεία ζημιώνει σε μεγάλο βαθμό τόσο την πλοκή του On Her Majesty’s όσο και τον ίδιο τον πρωταγωνιστή της.
Ναι ο Bond του Lazenby είναι ένας φρέσκος και ‘θνητός‘ κατάσκοπος που δεν ντρέπεται να αποκαλύψει στους ζηλωτές – θεατές του ένα μεγάλο κομμάτι της θνητότητας του. Τον βλέπουμε αντί να ‘παίζει‘ για ακόμη μια φορά με την μις Moneypenny να την σέβεται και να ενδιαφέρεται πραγματικά για εκείνη, να ερωτεύεται και στο φινάλε να παντρεύεται ένα Bond Girl που ίσως για πρώτη φορά έχει μια ενεργή και ουσιώδη συμμετοχή στην πλοκή μιας Bond ταινίας. Και όμως από την άλλη αδυνατεί να αποτινάξει από επάνω του τις διδαχές και τις συνήθειες του πιο macho και φλεγματικού Bond Sean Connery, καθώς στο ενδιάμεσο τον παρακολουθούμε να απολαμβάνει τις σελίδες του Playboy , να καμακώνει αδίστακτα την καημένη την μις Moneypenny και να ρίχνει δυο ή και τρία μοντέλα σερί στο κρεβάτι του ώστε να τους αποσπάσει πολύτιμες πληροφορίες…
Λόγο της ατολμίας του σεναρίου ο Bond του Lazenby καταλήγει να φαντάζει ως μια εξαιρετικά διχασμένη και ‘creepy‘ φυσιογνωμία κάτι που κατά συνέπεια ζημιώνει και την τελική εικόνα που έχουμε εμείς οι θεατές απέναντι στην ερμηνεία του.
Πάντως η επιλογή του Hunt να πλαισιώσει τον άπειρο υποκριτικά Lazenby με έμπειρους και εξαιρετικούς ηθοποιούς όπως οι Dianna Rigg και ο δικός μας Telly Savalas μονάχα ως σωτήρια μπορεί να κριθεί.
Η πρώτη μας δίνει επιτέλους ένα Bond Girl όχι μονάχα με γοητεία αλλά και με δυναμική και ουσία. Εδώ έχουμε όχι μόνο μια γυναίκα που δεν ακολουθεί υποτακτικά το τρίπτυχο μοντέλο / τρόπαιο / θύμα αλλά μια άξια συνεργάτη που δεν βοηθά απλά τον 007 αλλά και τον σώζει από τα Καθάρματα της S.P.E.C.T.R.E. που τον καταδιώκουν στα βουνά και τα χιόνια .
Από την άλλη ο Savalas μεταμορφώνει τον Stavro Blofeld από μια campy καρικατούρα , που έγινε η αφορμή της ‘γέννησης‘ του Dr. Evil στην σειρά ταινιών / παρωδιών του Austin Powers, σε έναν γνήσιο και μεγαλομανή Villain που θα μπορεί να κοντράρει τον ήρωα τόσο σωματικά όσο και σε επίπεδο ευφυίας. Που να με πάρει εδώ ο τύπος κόβει τους…λοβούς των αυτιών του ώστε να διεκδικήσει τον τίτλο του ‘Κόμη‘, ως ύψιστη ψωνάρα που είναι, και τον βλέπουμε να νταντεύει έναν χνουδωτό και λευκό γατούλη και παρόλα αυτά ο Μπάσταρδος αυτός εκπέμπει μια φονική μεγαλομανία ! Μάλιστα στο φινάλε το πανίσχυρο και ευρηματικό Κάθαρμα αποφασίζει να ξεπέσει στο επίπεδο μιας συμμορίας του δρόμου ώστε να πάρει την εκδίκηση του από τον άντρα που του διέλυσε τα σχέδια καθώς τον βλέπουμε να κάνει…Drive-By στην προσπάθεια του να τον δολοφονήσει…
Ναι ο μοχθηρός αυτός Μπάσταρδος ρίχνει κάτω τα ‘αριστοκρατικά’ του μούτρα ώστε να χορτάσει την ανάγκη του για εκδίκηση γεγονός που τον καθιστά έναν σπουδαίο Villain !
Μπορεί εδώ ο Telly Savalas, προς τεράστια μου απογοήτευση, να μην ροκανά κάποιο γλειφιτζούρι στις σκηνές του όμως διάολε κατορθώνει να μας δώσει έναν από τους πιο λειτουργικούς και αξιομνημόνευτους κακούς της μυθολογίας του 007…
Προσωπικά σε καμία περίπτωση δεν θεωρώ ‘κακή‘ την ερμηνεία του Lazenby ως James Bond. Για την ακρίβεια δεν θα χαρακτήριζα κανέναν από τους ηθοποιούς που ενσάρκωσαν μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια τον 007 ως ‘κακό‘.
Για μένα όλοι αυτοί οι άντρες κατόρθωσαν να εμπλουτίσουν την μυθολογία του αγαπημένου μας πράκτορα ο καθένας με τον μοναδικό του τρόπο :
O Sean Connery με το φλεγματικό, macho και σκληροτράχηλο νουάρ ύφος του μας έδωσε έναν κατάσκοπο που μπορούσαμε να τον θαυμάσουμε και να θέλουμε να γίνουμε σαν και αυτόν. Από την άλλη ο πουτανιάρης (και αγαπημένος μου) Sir Roger Moore μας έδωσε έναν Bond …μύστη που μας έκανε να γελάμε και να τον γουστάρουμε τρελά. Στον αντίποδα ο Timothy Dalton μας παρουσίασε έναν σκληρό και ρεαλιστή Bond. Ενώ ο Pierce Brosnan έδωσε πνοή Action δυναμισμού και πρόσθεσε στο playlist του 007 τραγούδια της…Μαντόνα. Τέλος ο Daniel Craig αντλώντας έμπνευση από τους προκατόχους του μας χάρισε έναν Bond που θα λειτουργούσε ως το υπέροχο κράμα όλων αυτών των τύπων ενώ ταυτόχρονα προσέδωσε βάθος και τραγικότητα στον 007 του.
Η επίδραση που άσκησε ο Bond του Lazenby απέναντι σε εκείνον του Craig είναι απόλυτα ευδιάκριτη. Και όμως αντίθετα με τον δεύτερο ο Lazenby ποτέ του δεν εκτιμήθηκε ούτε και αγαπήθηκε από τους οπαδούς και τους κριτικούς.
Κάτι που συνέβη για δυο πολύ συγκεκριμένους λόγους :
Πρώτων δεν ήταν Βρετανός.
Και δεύτερον είχε την ατυχία να διαδεχθεί έναν προκάτοχο που εκείνη την εποχή στα μάτια των οπαδών φάνταζε ως ο απόλυτος ‘Θρύλος‘…
Θα λειτουργούσε το φιλμ καλύτερα απέναντι στους θεατές αν έπαιζε ο Sean Connery τον Bond ?
Σίγουρα. Όμως αμφιβάλω αν ο Connery θα δεχόταν ή θα μπορούσε να ‘τσαλακώσει’ την περσόνα του δικού του 007… Η παρουσία του μπορεί να ικανοποιούσε το κοινό όμως δεν θα λειτουργούσε προς όφελος της πλοκής και του ύφους του On Her Majesty’s…
Και όμως μια αλλαγή πλεύσης στα τέλη των 60s ήταν απαραίτητη ώστε να συντηρηθεί αλλά και να ανανεωθεί ο μύθος του 007. Εκτός φυσικά αν θα προτιμούσατε να δείτε άλλες πέντε ταινίες Bond όπου η υπερβολή και η γραφικότητα θα εκτοξεύονταν σε επίπεδα ανάλογα με εκείνα της βαριεστημάρας ενός Sean Connery που επιθυμούσε διακαώς να ελευθερωθεί από το σμόκιν του και να πειραματιστεί με άλλες πτυχές της υποκριτικής…
Η ειρωνεία είναι ότι ο Lazenby ήταν ίσως και ο πρώτος που είχε προβλέψει την ‘αποτυχία‘ του ως James Bond καθώς αρνήθηκε ένα μεγάλο συμβόλαιο και προτίμησε να παίξει μόλις σε μια ταινία του 007. Λέγεται ότι ο ατζέντης του τον είχε αποτρέψει από το να υπογράψει συμβόλαιο για…εφτά ολόκληρες ταινίες που του είχε προταθεί αρχικά με την αιτιολογία ότι ‘σε μια εποχή ελευθερίας και ανεμελιάς όπως ήταν τα 70s ο κόσμος πλέον δεν θα είχε το παραμικρό ενδιαφέρον για τέτοιους αρχαϊκούς πράκτορες – κυβερνητικά εργαλεία’ και διάολε ίσως να είχε και ένα δίκαιο.
Η επιλογή των παραγωγών μετά το On Her Majesty’s… να προσλάβουν τον πιο ‘τσαχπίνη‘ Sir Roger Moore και να εξελίξουν το franchise σε μια υπερβολική καρικατούρα του ίδιου του εαυτού του ίσως να ήταν μια από τις πιο ευφυείς αποφάσεις στην ιστορία του κινηματογράφου.
Όμως αυτό το Live and Let Die κεφάλαιο του σπουδαίου Sir Roger Moore το έχουμε ανοίξει και μελετήσει εκτενώς στο πρόσφατο παρελθόν.
Όσον αφορά το On Her Majesty’s… εδώ έχουμε το θλιβερό αλλά και άκρως σημαντικό παράδειγμα μιας πανέμορφης και στιβαρής ταινίας που στιγματίστικε από την αδυναμία των ζηλωτών/θεατών να αποδεχτούν μια δυναμική και ουσιώδη εξέλιξη και που επέλεξαν να την λοιδορήσουν ώστε να διατηρήσουν τα εντελώς επιφανειακά αλλά και απόλυτα ψυχαγωγικά θεάματα με τα οποία γαλουχήθηκαν στο παρελθόν.
Η πλέον ενδεικτική απεικόνιση αυτής της άρνησης μας έρχεται προς το φινάλε όπου ο ,παντρεμένος πλέον ,Bond τολμά επιτέλους να αφήσει πίσω του την μοναδική ‘ζωή‘ που μέχρι τότε γνώριζε ώστε να ζήσει επιτέλους πραγματικά την δική του. Ανάμεσα στα ‘κατάλοιπα‘ αυτής της παλιάς ζωής συναντάμε και μια δακρυσμένη μις Moneypenny που συγκινείται μπροστά στην ιδέα ότι επιτέλους ο άντρας που γνώρισε, και που ίσως και αγάπησε, βρίσκει επιτέλους το κουράγιο να αφεθεί στην ανθρωπιά του και να την εξερευνήσει. Ενώ ο Bond απομακρύνεται με την γυναίκα του και την αμαξάρα του η Moneypenny μένει πίσω εγκλωβισμένη ασφυκτικά ανάμεσα στους παλαιολιθικούς και ακλόνητους πεισματάρηδες Q και M…
‘ O James ποτέ του δεν σεβόταν την κρατική περιουσία αλλά εμείς σίγουρα την σεβόμαστε μις Moneypenny !’ της λέει ένας από αυτούς.
Εκείνη την στιγμή το βλέμμα της μις Moneypenny σκοτεινιάζει μπροστά στην προοπτική μιας ζωής / φυλακής όπου θα καλείται κάθε μέρα να βιώνει την ίδια και την ίδια ρουτίνα δίχως την παραμικρή διάθεση για δημιουργικό πειραματισμό και δίχως καμία καινοτομία.
Στο τέλος η Moneypenny μοιάζει λες και είναι εγκλωβισμένη ανάμεσα στους ίδιους τους θεατές του James Bond…
Έπρεπε να φτάσουμε μέχρι το Casino Royale , το έτος 2006 και μια ριψοκίνδυνη παρτίδα πόκερ ώστε αυτό το τολμηρό αλλά και απαραίτητο εγχείρημα της περαιτέρω εξέλιξης της μυθολογίας του 007 να στεφθεί με επιτυχία και να γνωρίσει την αποδοχή…
Ναι στο On Her Majesty’s Secret Service ο James Bond τόλμησε να αγαπήσει , να μας δηλώσει τον έρωτα του δημοσίως και στο τέλος κατέληξε να πληγωθεί λες και είναι κάνας κοινός ‘θνητός‘ σαν και εμάς τους ίδιους. Για μένα αυτή η απόλυτη ‘αποκαθήλωση‘ της άφθαρτης και macho εικόνας του λειτούργησε μονάχα ως ο λόγος ώστε για πρώτη φορά σαν θεατής να νοιαστώ για αυτόν τον κατάσκοπο και να τον αγαπήσω λιγάκι παραπάνω.