by Αντρέι Κοτσεργκίν
Οι τίτλοι τέλους πέφτουν. Τα μόλις δώδεκα άτομα που βρίσκονται στην αίθουσα αρχίζουν να σηκώνονται αργά, αργά από τις θέσεις τους. ‘Επιτέλους τελείωσε’ κάνει μια θείτσα από πίσω μου. Ένα παλικάρι μπροστά μου γυρνάει το κεφάλι και κυριολεκτικά φωνάζει ‘ρε παιδιά τι έγινε τελικά ? Κατάλαβε κανείς ?’. Μερικά λεπτά αργότερα ανάβω στο καπάκι το τρίτο ή τέταρτο μου τσιγάρο και τελειώνω την πρώτη μου μπύρα από τις πολλές που θα ακολουθήσουν. Για πρώτη φορά το λεοφωρείο μου περνάει στην ώρα του. Το αγνοώ και ας ξέρω ότι θα περάσει τουλάχιστον καμιά ώρα μέχρι να περάσει το ρημάδι το επόμενο. ‘Δεν γαμιέται, θα την αράξω να πιω μερικές μπύρες ακόμα εδώ στην στάση’ σκέφτηκα μέσα μου.
Όμως αυτό που πραγματικά ήθελα ήταν να ‘χωνέψω’ όλα αυτά που είδα στο Mother ! του Darren Aronofsky.
Το Mother ! μας τοποθετεί σε ένα αναπαλαιωμένο σπίτι ,κυριολεκτικά στην μέση του πουθενά ,και το οποίο κατόρθωσε σαν ένας φοίνικας να αναγεννηθεί μέσα από τις στάχτες του. Την αποκατάσταση του σπιτιού ανέλαβε εξ ολοκλήρου η νεαρή γυναίκα την οποία γνωρίζουμε ως ‘Μητέρα’ και ουσιαστικά ήταν το δώρο της στον άντρα που αγαπάει και ο οποίος το είχε δει να φλέγεται και να καταστρέφεται ολοσχερώς όταν ήταν ακόμη ένας νέος και άσημος ποιητής. Το όνειρο της ‘Μητέρας’ είναι να μετατρέψει το σπίτι τους σε έναν μικρό παράδεισο, μια Εδέμ που θα ανήκει μονάχα στους δυο τους. Όμως τα θεμέλια αυτού του ονείρου θα αρχίσουν να τρίζουν όταν ένας μυστηριώδης και ασθενικός ξένος θα τους χτυπήσει ξαφνικά την πόρτα…
Κάποτε ο σκηνοθέτης Guillermo Del Toro είχε ρωτηθεί με ποιο σκεπτικό διαλέγει τις ιστορίες που θέλει να διηγηθεί μέσα από τις ταινίες του. ‘Διαλέγω εκείνες που με πονάνε περισσότερο όταν τις λέω. Εκείνες που θα αποκαλύψουν κάτι άβολο για τον ίδιο μου τον εαυτό, άσχετα με το πόσο ‘θαμμένες’ θα είναι αυτές οι αποκαλύψεις μέσα στο σενάριο και τα τεχνάσματα’.
O Darren Aronofsky πρέπει να υπέφερε πραγματικά γυρνώντας την τελευταία του ταινία…
Το Mother ! είναι ένα φιλμ που σε ξεγελά σε όλη του την διάρκεια. Ξεκινάει σαν ένα φιλμ τρόμου μέσα σε ένα απομονωμένο σπίτι θυμίζοντας την παγωμένη παράνοια της Λάμψης του Kubrick, στην συνέχεια σε συστήνει στους δυο ξένους που ‘εισβάλουν’ στο σπίτι της ‘Μητέρας’ και εκεί το φιλμ αρχίζει να έχει μια έντονη μυρωδιά από Roman Polanski και του περίφημου ψυχολογικού τρόμου του και προς το τέλος όλα αυτά πάνε περίπατο και δίνουν την θέση τους στον απόλυτο σουρεαλισμό, το Χάος και την Παράνοια.
Μιας και αναφέραμε τον Polanski ,ο σπουδαίος σκηνοθέτης θα είναι υπερήφανος για τον συνάδελφο του. Ακριβώς όπως και ο Polanski, ο Aronofsky κατορθώνει με απλές ‘βόλτες’ τις κάμερας του μέσα σε ένα σπίτι να σε βάλει σε μια κατάσταση ατελείωτης αγωνίας, έντασης και προσμονής. Τα πλάνα του εστιάζουν κυρίως στην εξαιρετική Jennifer Lawrence (για μένα ίσως και η καλύτερη ερμηνεία της) και την ακολουθούν παντού μέσα στο σπίτι της ,δίνοντας μας μια αίσθηση ασφυκτικής κλειστοφοβίας. Όμως ο σκηνοθέτης τολμά και μας βάζει ακόμη και μέσα στο κεφάλι της πρωταγωνίστριας του και από κει μπορούμε να διακρίνουμε την τρέλα και την απόγνωση σε όλο τους το μεγαλείο. Ο Aronofsky είναι ο μοναδικός σκηνοθέτης που μπορεί να σου δείξει μια σκηνή όπου ένας χαρακτήρας έχει ημικρανίες και να σε κάνει να πιάνεις ταυτόχρονα το ίδιο σου το κεφάλι…
Ερμηνευτικά το Mother ! φαντάζει ως ‘one woman show’ με την Lawrence να αποτυπώνει στις εκφράσεις του προσώπου της ιδανικά την απόγνωση, τον φόβο, την οργή και την αγανάκτηση που αισθάνεται αλλά και την δίχως όρια αγάπη της για τον ‘άντρα’ της Javier Bardem. Ο τελευταίος περιορίζει ύπουλα και μαεστρικά την παρουσία του στο μεγαλύτερο μέρος της πλοκής όταν όμως έρχεται η ώρα να ‘χτυπήσει’ είναι απλά καταιγιστικός. Εξαιρετικοί είναι και οι Ed Harris και Michelle Pfeiffer στους ρόλους των ‘απρόσκλητων επισκεπτών’. Ο πρώτος αποδεικνύει ότι είναι ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς β’ ρόλων ενώ η δεύτερη θα σου χαρίσει μια από τις πιο αυτάρεσκες, αδιάκριτες, ενοχλητικές και μισητές καριόλες που έχεις δει ποτέ σου σε ταινία.
Όμως στο φινάλε η πραγματική ‘μητέρα’ αυτής της ταινίας είναι ο σκηνοθέτης.
Ο Aronofsky υπογράφει ένα παλαβό σενάριο και το αποδίδει με τον δικό του μοναδικό και αρκετά δυσκολοχώνευτο, για τους αμύητους αλλά ακόμη και ίσως και για τους μυημένους στο έργο του, τρόπο. Σου χώνει αναφορές βιβλικές (στις οποίες παραδοσιακά έχει μια αδυναμία), κριτικάρει τις σχέσεις και τον μισογυνισμό, εξυμνεί αλλά και τσακίζει την αγάπη και τον έρωτα, σου μοιράζει απλόχερα εικόνες και συμβολισμούς σχετικά με την μητρότητα, την θρησκεία, την Κόλαση, τον Παράδεισο, την λατρεία, την φύση και την ταραχώδη, σχεδόν μαζοχιστική σχέση της τόσο με τον άνθρωπο όσο και με τον ίδιο τον δημιουργό, την γέννηση και φυσικά τον θάνατο. Ο κύκλος της ζωής ‘τσουλάει’ σε όλη την διάρκεια της ταινίας.
Όμως στο φινάλε το Mother ! αποδεικνύεται μια ιδιαίτερα προσωπική ταινία για τον σκηνοθέτη της. Στο τέλος το νόημα της ταινίας, τουλάχιστον έτσι όπως το αποκόμισα εγώ, περιστρέφεται γύρω από την έμπνευση και την δημιουργία και πως αυτά τα δυο στοιχεία πηγάζουν και τρέφονται από καταστάσεις αντίθετες αλλά αναπόφευκτες και που είναι αδύνατον να διαχωριστούν μεταξύ τους. Καταστάσεις όπως είναι η ζωή και ο θάνατος, η αγάπη αλλά και ο χωρισμός, η ευτυχία και η θλίψη, η δημιουργία αλλά και η καταστροφή. Ενώ ο σκηνοθέτης δεν διστάζει να αυτοσαρκαστεί και να σατιρίσει και την υπέρμετρη έπαρση που χαρακτηρίζει πολλές φορές τους καλλιτέχνες όταν κατορθώσουν τελικά να βρουν την έμπνευση που τόσο πολύ έχουν ανάγκη…
Το Mother ! είναι ένα φιλμ αποκλειστικά για τους θεατές ‘ποιητές’ που δεν ψάχνουν εξήγηση για όλα όσα βλέπουν σε μια ταινία και που μετά τους τίτλους τέλους δεν θα φοβηθούν να δώσουν τις δικές του ερμηνείες για όλα αυτά που παρακολούθησαν.
Θα κλείσω αυτή την ‘κριτική’ με μια μικρή, κάπως ανόητη αλλά και προσωπική ιστορία. Πριν μερικά χρονάκια που έβγαζα ακόμη καλά λεφτά από την δουλεία μου συνήθιζα να έχω πάντα καβάτζα μέσα στο σπίτι ένα καλό μπουκάλι ουίσκι. Ανέκαθεν είχα ένα θέμα με το ποτό και έτρωγα ένα αρκετά σεβαστό ποσό κάθε βδομάδα για να σβήνω την ‘δίψα’ μου. Άσχετα με το τι και πόσο έπινα πάντα φρόντιζα να έχω ένα καλό μπουκάλι Wild Turkey ή Maker’s Mark μπέρμπον στην άκρη για τις δύσκολες νύχτες που επέστρεφα σπίτι από μια δουλεία που σιχαινόμουν και που ένιωθα να με στραγγαλίζει κοινωνικά και δημιουργικά και που είχα ανάγκη να διαγράψω έστω και για λίγο από το μυαλό μου τα δεκάωρα που σπαταλούσα εκεί μέσα. Επιστρέφοντας μια νύχτα διαπίστωσα με οργή και αγανάκτηση ότι η μάνα μου, με την οποία τότε μέναμε ακόμα μαζί, είχε εισβάλει στο δωμάτιο μου, κατανάλωσε τα τρία τέταρτα του ουίσκι μου και στην συνέχεια … ‘νόθευσε’ το υπόλοιπο με νερό για να καλύψει τα ίχνη της…
Το αποτέλεσμα αυτής της μπαγαποντιάς ήταν να μπω νυχτιάτικα στο δωμάτιο της, κλωσώντας τις πόρτες και να αρχίσω να ουρλιάζω, να βρίζω και να κοπανάω αντικείμενα σαν παλαβός γύρω στις 4 και κάτι το πρωί. Η μάνα μου εντελώς ατάραχη ξύπνησε και απλά μου ζήτησε ένα ‘σόρρυ’ και συνέχισε τον ύπνο της. Τις μέρες που ακολούθησαν δεν μιλιόμασταν. Μετά από καμιά βδομάδα η μάνα μου ήρθε και μου έδωσε ένα μπουκάλι Maker’s Mark σαν αυτό που μου είχε καταναλώσει ελπίζοντας ότι έτσι θα συμφιλιωθούμε. Εκείνο που δεν καταλάβαινε είναι ότι στην πραγματικότητα δεν με πείραξε που μου είχε πιει στα κρυφά το ποτό αλλά το γεγονός ότι με πέρασε για έναν ανίδεο/ηλίθιο που δεν θα παίρνε χαμπάρι ότι του είχαν νερώσει το ουίσκι… Κάπως έτσι ένιωσα και προς την τρίτη πράξη του Mother !…
Ο Aronofsky όσο πλησιάζει προς το φινάλε της ταινίας του αρχίζει και σε βομβαρδίζει από παντού με σκηνές ανείπωτης φρίκης, καφρίλας και αιρετικής παράνοιας που αρχικά φαίνονται να μην βγάζουν το παραμικρό νόημα. Μάλιστα από ένα σημείο και ύστερα άρχισα να έχω την πεποίθηση ότι ο τύπος απλά ξέμεινε σεναριακά από ιδέες και αποφάσισε να πάρει τα ‘αποφάγια’ της σχιζοφρένειας του Black Swan και της μεγαλοπρεπέστατης ,θρησκευτικής, ψυχεδέλειας του αδικοχαμένου The Fountain, να τα μπασταρδέψει μεταξύ τους και να στα σερβίρει ως δήθεν σκεπτόμενη ταινία. Τελικά όμως το ‘ποιητικό’ φινάλε με καθήλωσε στην θέση μου και με αποστόμωσε.
Και κάπως έτσι επιστρέφω στην μικρή και ανόητη προσωπική μου ιστορία.
Αφού μου πέρασαν τα νεύρα για το χαμένο ουίσκι μου και όπως ήταν αναπόφευκτο συμφιλιώθηκα με την μάνα μου, τις επόμενες μέρες αναλογίστηκα το όλο περιστατικό και έκατσα και έγραψα ένα ποίημα γύρω από την παράνοια, την γελοιότητα, το χάος , το μίσος και την οργή αλλά και την συγχώρεση, την μετάνοια και την αγάπη που προέκυψαν μέσα από αυτό. Ήταν το πρώτο ποίημα που έγραφα ύστερα από δυο χρόνια απραξίας την οποία κάποιοι χαρακτηρίζουν ως ‘συγγραφικό μπλοκάρισμα‘. Επίσης ήταν και από τα πρώτα ποιήματα που κατάφερα να δημοσιεύσω σε κάποιο ‘λογοτεχνικό’ περιοδικό. Βλέποντας το δημοσιευμένο πραγματικά ενθουσιάστηκα σχετικά με το πως γίνεται η έμπνευση να ξεπηδήσει μέσα από τέτοιες αστείες αλλά και πολύ πιο σοβαρές καταστάσεις και πως αυτές προκύπτουν μέσα από τον κύκλο της ζωής και τις αντιθέσεις που τον χαρακτηρίζουν. Αντιθέσεις που συγκρούονται αλλά και συνυπάρχουν μεταξύ τους. Αντιθέσεις που δεν τελειώνουν ποτέ, απλά κάνουν τον κύκλο τους και κατά καιρούς σε τροφοδοτούν με την έμπνευση που έχεις τόσο πολύ ανάγκη.
Το Mother ! είναι ο Darren Aronofsky που ειδωλολατρικά εξυμνεί αυτή την έμπνευση που ορισμένοι την ποθούμε αλλά ταυτόχρονα την μισούμε τόσο πολύ. Δεν είναι μια απλή ταινία. Είναι ένα παρανοϊκό, οπτικό, ποίημα ματαιοδοξίας που θα το μισήσεις αν το μεταφράσεις κυριολεκτικά ή που θα το λατρέψεις αν αφεθείς στους φρενήρεις και αλληγορικούς ρυθμούς του.
γεια σου ρε μαγκα, εισαι ωραιος. Οπως τα γραφεις, οι αδαεις οι μικροτσουτσουνοι και πνευματικα ανεπαρκης θα βρουν «συγκλονιστικη καταγγελια για τον χριστιανισμο», λες και παρακολουθουν Μακη Τριανταφυλοπουλου.
Οσοι το πιασουν θα βρουν ενα εργο τεχνης, οπως ακριβως τα περιγραφεις με ερμηνειες και συμβολισμους σε πολλαπλά επιπεδα ταυτοχρονα. Οπως ακριβως και το αδικημενο τεραστιο Fountain.
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Να σαι καλά. Όπως το έγραψα κιόλας αυτή ήταν η δική μου εντύπωση σχετικά με το νόημα της ταινίας αλλά απ’ότι βλέπω από τις γενικές αντιδράσεις είναι ότι όντως οι περισσότεροι έχουν επικεντρωθεί στο ‘χριστιανικό’ κομμάτι της υπόθεσης. Άλλοι λένε ότι τον εξυμνεί και άλλοι ότι τον αποκαθηλώνει. Τεσπα γενικά είναι μια αρκετά ‘γεμάτη’ ταινία που φαντάζομαι ο καθένας μπορεί να την εκλάβει και να την ερμηνεύσει με τον τρόπο του και για μένα αυτό αποτελεί την καλύτερη απόδειξη της αξίας της.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!